Published online by Cambridge University Press: 28 April 2015
The first substantial corpus of developed and complex stone vases emerged on the Greek mainland in the shaft graves of Mycenae (Middle Helladic III – Late Helladic I) and was certainly, in large part, of Minoan origin. However, a Mycenaean industry appeared in the Late Helladic III period, which suggests a link with Minoan technology. Indeed, there is an extremely strong possibility that expatriate craftsmen had gradually transmitted their knowledge to local Mycenaean apprentices. A technological study of a corpus of 24 stone vases from Mycenae, dated to the Late Helladic I/II–III, enables the identification and reconstruction of the manufacturing processes and techniques involved in mainland production. It appears to be the case that a great part of the Mycenaean know-how derives from contact with Minoan craftsmanship. However, if a large number of technical elements (use of tubular drilling for the hollowing process, production of the vessels in several parts) may come from a Minoan heritage, the Mycenaeans seem to have quickly developed their own approach – with their own technological emphases, serving purely Mycenaean forms. The vase, based on separately made elements, was a Minoan approach but became properly a mainland concept, which appeared far less commonly in other regions of the eastern Mediterranean. Similarly, the single-tool approach developed for the drilling process (for hollowing the interior of the vessels and for cutting the inlay decoration of the exterior), entirely based on the use of the tubular drill, is purely a native one and is uncommon among eastern Mediterranean vessel traditions. A technological study indicates also the possible coexistence of different types of organisation in the Mycenaean workshops. Thus, the manufacturing processes used, as well as the organisation of the production, are distinct from those of other eastern Mediterranean centres, including Crete.
Μυκηναϊκή λιθοτεχνία: η διαδικασία κατασκευής λίθινων αγγείων
Το πρώτο σημαντικό σύνολο λίθινων αγγείων, λεπτομερώς σχεδιασμένων και περίτεχνων, ανακαλύφθηκε στην ελλαδική ηπειρωτική χώρα, στους λακκοειδείς τάφους των Μυκηνών (Μεσοελλαδική ΙΙΙ - Υστεροελλαδική Ι), και η προέλευση των περισσοτέρων είναι, με βεβαιότητα, Μινωική. Εντούτοις, η Μυκηναϊκή οργανωμένη παραγωγή εμφανίστηκε κατά την Υστεροελλαδική ΙΙΙ περίοδο, γεγονός που υπονοεί τη σχέση της με τη Μινωική τεχνολογία. Πράγματι, είναι εξαιρετικά πιθανό το γεγονός εκπατρισμένοι τεχνίτες να είχαν σταδιακά μετακενώσει τη γνώση τους σε γηγενείς Μυκηναίους μαθητευόμενους τεχνίτες. Η τεχνολογική μελέτη ενός συνόλου εικοσιτεσσάρων λίθινων αγγείων από τις Μυκήνες, που χρονολογούνται μεταξύ της Υστεροελλαδικής I και της II–III περιόδου, επιτρέπει την ταύτιση και την ανασύσταση των κατασκευαστικών μεθόδων και τεχνικών που προϋπέθετε η ηπειρωτική παραγωγή. Είναι προφανές ότι ένα σημαντικό μέρος της Μυκηναϊκής τεχνογνωσίας προέρχεται από επαφές με Μινωίτες τεχνίτες. Ωστόσο, παρόλο που μεγάλο τμήμα της τεχνικής επεξεργασίας (χρήση των σωληνωτών διατρήσεων κατά την κοίλανση, παραγωγή δοχείων από πολλά κομμάτια) κληροδοτήθηκε ενδεχομένως από Μινωίτες τεχνίτες, οι Μυκηναίοι ανέπτυξαν γρήγορα, όπως φαίνεται, τη δική τους προσέγγιση – με τις δικές τους τεχνολογικές ιδιαιτερότητες, υπηρετώντας αυθεντικούς Μυκηναϊκούς τύπους. Το αγγείο, βασισμένο σε επιμέρους κατασκευασμένα στοιχεία, ήταν Μινωικής τεχνοτροπίας, αλλά μετατράπηκε δεόντως σε τεχνούργημα ηπειρωτική επίνοιας, καθώς απαντούσε λιγότερο συχνά σε άλλες περιοχές της ανατολικής Μεσογείου. Παρομοίως, η τεχνική του ενός εργαλείου, που αναπτύχθηκε για τη διαδικασία της διάτρησης (για την κοίλανση του εσωτερικού των αγγείων και για την γλυπτική ένθετη διακόσμηση του εξωτερικού), καθ’ ολοκληρίαν στηριγμένη στη χρήση του σωληνωτού τρυπάνου, είναι γνησίως εγχώρια και απαντά σπάνια στις ανατολικές Μεσογειακές παραδόσεις κατασκευής αγγείων. Συνεπώς, οι κατασκευαστικές διαδικασίες που χρησιμοποιήθηκαν, όπως και η οργάνωση της παραγωγής, διακρίνονται από αυτές των υπόλοιπων ανατολικών Μεσογειακών κέντρων, συμπεριλαμβανομένης της Κρήτης.